Η πολιτική μας δράση οφείλει να υπερβεί τα κίβδηλα διλήμματα που θέτει η εξουσία και να προχωρήσει στην οργάνωση του αντικαθεστωτικού, αντικρατικού, αντικοινοβουλευτικού και αντικαπιταλιστικού αγώνα. Η οργάνωση της τάξης μας έξω και πέρα από τις εργατικές ηγεσίες, μακριά από την γραφειοκρατική και τη θεσμική ανάθεση, μέσα στα σωματεία, τις πρωτοβουλίες, τις ανοιχτές και οριζόντιες δομές οφείλει να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα.
Όποιος δεν θέλει να μιλήσει για το κράτος
καλύτερα να σωπαίνει και για τον καπιταλισμό
Για την Γενική Απεργία της Πέμπτης 12 Νοέμβρη
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Είναι σήμερα φανερό σε όλους πως η κρίση φορτώθηκε σε αυτούς που δεν την δημιούργησαν μέσω μια ύπουλης αντιστροφής: μαζί τα φάγαμε! –μας είπαν. Και μπορεί ο κόσμος να αντέδρασε έντονα στο απόφθεγμα του αντιπαθητικού Πάγκαλου όμως οι εργατικές ηγεσίες και η θεσμική αριστερά αποδέχθηκαν τη βασική λογική του συλλογισμού του: το κράτος ως εγγυητής τής συνέχισης τής καπιταλιστικής κοινωνίας έπρεπε να φορτωθεί τα βάρη της οικονομικής της χρεοκοπίες και αυτά τα βάρη να μεταφερθούν στις πλάτες των υπηκόων του. Αφού το κράτος είμαστε όλοι (sic) έπρεπε όλοι να πληρώσουμε. Για άλλη μια φορά είδαμε μπροστά στα μάτια μας να επαναλαμβάνεται το χιλιοπαιγμένο σενάριο: το κράτος να σώζει τον καπιταλισμό κοινωνικοποιώντας τις ζημιές των αφεντικών. Έτσι, μπορεί να μην τα φάγαμε όλοι μαζί αλλά όλοι μαζί, σε τελική ανάλυση, πρέπει να τα πληρώσουμε. Και φυσικά ακόμα και αυτό το όλοι μαζί δεν περιλάμβανε τη ραχοκοκαλιά της καπιταλιστικής τάξης η οποία και σε γενικές γραμμές έμεινε ανέπαφη.
Η διαμάχη αριστεράς – δεξιάς στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής εναλλαγής, που μονοπώλησε σε ένα μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον, είχε για μια ακόμα φορά ως μόνο πραγματικό στόχο τον αποπροσανατολισμό. Για να μην κινηθεί η οργή στους πραγματικούς υπαιτίους της οικονομικής ερημοποίησης, για να παροχετευτεί στις ασφαλούς διαύλους της θεσμικής εναλλαγής, έπρεπε να πουληθεί το ίδιο πολιτικό προϊόν σε “αντιμνημονιακή” παραλλαγή. Σε κάθε πιθανό σενάριο το αποτέλεσμα ήταν, όμως, το ίδιο και απαράλλαχτο: το κράτος σώζει το κεφάλαιο από τις ίδιες του τις αντιφάσεις. Οι όποιες μικρές παραλλαγές του ίδιους αυτού σεναρίου –αριστερές ή δεξιές– αποδείχθηκαν και αποδεικνύονται καθημερινά εντελώς επιφανειακές.
Η κρίση των αφεντικών και εμείς
Η κρίση χρέους και οι δεξιοί και αριστεροί γκουρού που έχουν αναλάβει τη θεραπεία της δεν είναι φυσικά η αιτία αυτής της κοινωνικής κρίσης, αλλά ένα γενικό σύμπτωμα μιας κοινωνίας που οργανώνεται στην συστημική συνθήκη της αφηρημένης και ετερόνομης εργασίας, των ιεραρχικών μορφών οργάνωσης και της βασικής εμμονής τής ανάπτυξης. Κανένας από τους διακινητές των δήθεν εναλλακτικών λύσεων (εντός ή εκτός του ΕΕ, εντός ή εκτός τους Ευρώ –και πάντα, βέβαια, εντός και επί τα αυτά της αγοράς) δεν μπορεί να απαντήσει το απλό ερώτημα: πώς μπορεί μια λύση που επιδιώκει την ανάπτυξη (στο όνομα δήθεν της κοινωνικής ευημερίας) να μην εντείνει περαιτέρω την κρίση χρέους οδηγώντας εξ ορισμού τη σπείρα της καπιταλιστικής κρίσης σε ακόμα βαθύτερα επίπεδα. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η κρίση του καπιταλισμού είναι δομική κρίση του μοντέλου οργάνωσης της παραγωγής του, στη βάση της όλο και εντεινόμενης εκμετάλλευσης τής ανθρώπινης εργασίας και πως το ολοκληρωτικό κράτος είναι το μοναδικό διαθέσιμο μέσο που διατίθεται για τη σωτηρία του.
Η κρίση οδήγησε κράτος και κεφάλαιο σε νέο σφιχταγκάλιασμα και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που έγινε σήμερα κατανοητό σε όλους πως αν θέλουμε να ζήσουμε σε μια κοινωνία χωρίς την αγορά πρέπει να παλέψουμε για να ζήσουμε σε μια κοινωνία χωρίς κράτος (και αντίστροφα). Ή, με άλλα λόγια, όποιος δεν θέλει να μιλήσει για το κράτος καλύτερα να σωπαίνει και για τον καπιταλισμό.
Οι διαφορετικές εκδοχές κρατικού ολοκληρωτισμού που συναντάμε σήμερα ανά τον κόσμο δεν μπορούν να κρύψουν τη βασική τους ομοιότητα. Μιλάμε για μονοπολικές μορφές διακυβέρνησης όπου η διάκριση μεταξύ κράτους και μεγάλων επιχειρήσεων έχει στην πράξη αρθεί. Το αν αυτό γίνεται με την υπεροχή της κρατικομαφιόζικης γραφειοκρατίας (Ρωσία, Τουρκία, Κίνα) ή εάν οι επιχειρήσεις – μαφία διοικούν το κράτος (Ιταλία του Μπερλουσκόνι, ΗΠΑ) ή ακόμα και ένα μεικτός τύπος δεν αλλάζει το σχήμα της ολοκληρωτικής διαχείρισης.
Από την πλευρά των μικρομεσαίων στρωμάτων, είναι λογικό το βασικό ζητούμενο να είναι το ζήτημα της δημοκρατίας. Όχι γιατί έχουν τις όποιες δημοκρατικές ευαισθησίες, αλλά γιατί διαισθάνονται ότι η ήττα της όποιας αστικής διαβούλευσης υπήρχε τους στερεί τα περιθώρια αναπαραγωγής τους, μετατρέποντάς τους σε εργάτες. Το ερώτημα είναι γιατί ένα πρόγραμμα με προμετωπίδα της σωτηρία του κοινοβουλευτικού τσίρκου, της μικροαστικής συνδιαλλαγής και της παγίωσης των μικροαστικών προνομίων, να είναι επιδίωξη της τάξης μας; Γιατί να πρέπει να συμμαχήσουμε με ένα στρώμα που το μόνο που επιδιώκει είναι να μη μας μοιάσει; Ένα στρώμα που, ακριβώς για να μη μας μοιάσει, ξεζουμίζει την όποια ανθρώπινη εργασία εκμεταλλεύεται σε μέγιστο βαθμό – ώστε να είναι ανταγωνιστικό στα μονοπώλια (sic). Είναι ώρα να λοιπόν να αντιληφθούμε πως δεν έχουμε κανένα υλικό συμφέρον συμμαχόντας σε ένα πρόγραμμα των μικρομεσαίων στρωμάτων, σε όποια παραλλαγή και αν μας πλασάρεται, για τη διατήρησή των κεκτημένων. Σε ένα πρόγραμμα φύσει και θέσει σοσιαλδημοκρατικό, αντεπαναστατικό και εχθρικό προς τα συμφέροντα της τάξης μας.
Ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός;
Το τρίτο μνημόνιο της “αντιμνημονιακής” συγκυβέρνησης, μερικά από τα προαπαιτούμενα του οποίου ψηφίζονται αυτές τις μέρες, δεν αποτέλεσε μόνο μια προφανή αυτό-γελοιοποίηση, πάνω στην οποία βασίστηκε μια συγκεκριμένη επιχείρηση εξαπάτησης αλλά και μια μορφή ολοκλήρωσης των επιθετικών αναδιαρθρώσεων που περιγράψαμε παραπάνω. Γιατί πέρα από την ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση της ζωής των υποτελών στρωμάτων, το νέο σχέδιο συνεχίζει, στο όνομα της κρίσης, τη θεσμική αναβάθμιση της μονοπωλιακής – ολοκληρωτικής διακυβέρνησης. Όπως ακριβώς στο επίπεδο της αγοράς ο μικρομεσαίος αστός επιχειρηματίας συνθλίβεται και προλεταριοποιείται για να διασωθούν τα μονοπώλια, έτσι και σε επίπεδο διακυβέρνησης το κράτος αναλαμβάνει τον πλήρη θεσμικό έλεγχο κάθε κοινωνικής δραστηριότητας. Το νομικό οπλοστάσιο εκσυγχρονίζεται για να ανταποκριθεί στη νέα συνθήκη, κάθε αντίστασή ποινικοποιείται και καταστέλλεται προληπτικά, η συνδικαλιστική δράση εξορίζεται από κάθε διαπραγμάτευση, η πολιτική πάλη ορίζεται πια στα όρια της νομιμότητας ενώ η ποινικοποίηση της άποψης γίνεται θεσμός. Το ότι το κράτος έχει πάρει στα χέρια του τη διοίκηση όχι μόνο όλων των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά και τη διοίκησης των τραπεζών (παρά τις αριστερές κορόνες) και διαμέσου αυτής την ουσιαστική διεύθυνση όλων των κλάδων της οικονομίας, το ότι ελέγχει ως εκκαθαριστής όλη την ακίνητη δημόσια περιουσία την οποία “αξιοποιεί” προς όφελος της αγοράς, το ότι υποθηκεύει το μέλλον γενεών εξαργυρώνοντας στο σήμερα με δημόσιο δανεισμό την υπεραξία της μελλοντικής εργασίας μας, το ότι ξεπαστρεύει τις κοινωνικές υποδομές (όπως σε υγεία, παιδεία κ.α.) ενώ παράλληλα ενισχύει τους μηχανισμούς ελέγχου και καταστολής, το ότι αποσύρεται από όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας αυξάνοντας υπέρμετρα τη θεσμική του παρέμβαση στην οργάνωση της εργασίας, το ότι καταργεί κάθε αυτονομία του εργατικού κινήματος ρυθμίζοντας επιτελικά και δια νόμου τις συλλογικές συμβάσεις πείνας, είναι ενδεικτικές πτυχές της ολοκληρωτικής του πορείας.
Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο, η ΕΕ της αγοράς και του κεφαλαίου, η ένωση που έχει θεσμοθετήσει το τέλος της ταξικής πάλης (sic), γίνεται πια η θεσμική προέκταση του ελληνικού κράτους. Κάθε διάκριση μεταξύ των πολιτικών που ασκεί η ντόπια πολιτικοοικονομική νομενκλατούρα και αυτών που υπαγορεύονται από τη παγιωμένη γραφειοκρατεία του (υπερ)κρατικού οργανισμού, όχι μόνο είναι σήμερα δυσδιάκριτη, αλλά και, μέσα στο πλαίσιο του νέου εθνικού και υπερκρατικού ολοκληρωτισμού, αδιάφορη για τα συμφέροντα της τάξης μας. Καμία πολιτική στο επίπεδο του κράτους, στο επίπεδο της ΕΕ ή οποιουδήποτε άλλου οργανισμού, εξ ορισμού δεν μπορεί να ασκηθεί προς το συμφέρον μας.
Τμήματα της κοινωνίας έλκονται από αυτές τις μορφές ολοκληρωτισμού. Στο όνομα της ησυχίας, της τάξης και της ασφάλειας, οι αναδιαρθρώσεις της αυταρχικής διακυβέρνησης στο πνεύμα του ισχυρού κράτους προχωρούν ως έναν βαθμό με κοινωνική συναίνεση. Είναι όμως μια κατασκευασμένη, πλαστή συναίνεση, που οικοδομείται πάνω στο φόβο και την ανασφάλεια, πάνω στη συστηματική προπαγάνδα τού “δεν υπάρχει εναλλακτική λύση”, πάνω στην εθνικιστική αναβίωση τού για όλα φταίνε οι ξένοι και πως όλοι μαζί οι Έλληνες (πλούσιοι και φτωχοί) ενωμένοι θα βγούμε από την κρίση. Είναι το κοινό έδαφος της ιδεολογικής εξαπάτησης που διακινούν όλοι οι επίδοξοι εθνοσωτήρες. Η αναβάπτιση του φασισμού της Χ.Α. και του διάχυτου κοινωνικού ρατσισμού έγινε στο πλαίσιο αυτού του λόγου και αυτής της αντιδραστικής ιδεολογίας.
Στο πλαίσιο αυτό, σε όλον τον πλανήτη οι μετανάστες – πρόσφυγες, τα ταξικά μας αδέλφια, γίνονται ξανά το πεδίο ενός ανελέητου πολέμου από την πλευρά των αφεντικών. Οι εθνικιστικές αναβιώσεις στο όνομα των εθνικισμών παλαιού τύπου, που πάσχιζαν να μετατρέψουν τις οριζόντιες ταξικές διαιρέσεις μεταξύ των ανθρώπων –μέσω τον συνόρων– σε κάθετες, γίνονται σήμερα το αλατοπίπερο του ρατσισμού. Μιας φρικτής εξουσιαστικής ιδεολογίας και πρακτικής που μόνο σκοπό έχει, στο όνομα των διαφορών, να επανενσωματώσει πρόσφυγες και μετανάστες σε ένα κατακόρυφα ιεραρχημένο σύστημα. Ένα σύστημα που έχει την αυστηρή δομή τού καταμερισμού τής εργασίας. Ο κοινωνικός αποκλεισμός, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι φράχτες, οι μεραρχίες της FRONTEX συγκροτούν το δίκτυο του κοινωνικού αποκλεισμού που με τη σειρά του γίνεται η αντικειμενική διάσταση του ρατσισμού.
Ας τελειώσουμε με τις αυταπάτες
Η διάλυση της μικροαστικής αυταπάτης για την δήθεν δημοκρατική παλινόρθωση και την επαναλειτουργία του αυτεξούσιου (sic) κοινοβουλίου, της αξιοκρατικής (sic) διοίκησης και της αναδιανομής του πλούτου (πήξαμε στα sic) που εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν μας εξέπληξε, αλλά γίνεται αντιληπτή από εμάς ως απαραίτητος κρίκος στην αλυσίδα της ολοκληρωτικής διαχείρισης της κρίσης προς όφελος των αφεντικών. Αποδείχθηκε λοιπόν για ακόμα μια φορά ο κρίσιμος (και χρήσιμος για τα αφεντικά) ρόλος της θεσμικής αριστεράς στην ιστορία των κρίσεων. Γιατί μόνο μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να εξασφαλίσει τους απαραίτητους μηχανισμούς συναίνεσης που θα επαναβεβαιώσουν το κύρος και την αυθεντία των σάπιων μηχανισμών εξουσίας. Μόνο μια αριστερά μπορεί να σώσει το κεφάλαιο τη στιγμή της κρίσης του. Για αυτό και αυτή η αριστερά πρέπει να αφανιστεί.
Είναι σήμερα λοιπόν η ιστορική στιγμή να πάμε ένα βήμα παρακάτω. Το να ασχοληθούμε ξανά με το ποια ηγετική φάρα θα αναλάβει το ρόλο του δημίου μας είναι ένα δίλημμα πλαστό. Η πολιτική μας δράση οφείλει να υπερβεί τα κίβδηλα διλήμματα που θέτει η εξουσία και να προχωρήσει στην οργάνωση του αντικαθεστωτικού, αντικρατικού, αντικοινοβουλευτικού και αντικαπιταλιστικού αγώνα. Η οργάνωση της τάξης μας έξω και πέρα από τις εργατικές ηγεσίες, μακριά από την γραφειοκρατική και τη θεσμική ανάθεση, μέσα στα σωματεία, τις πρωτοβουλίες, τις ανοιχτές και οριζόντιες δομές οφείλει να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα. Σπάζοντας τις δομές των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ να τολμήσει μια σύγχρονη επαναστατική οργάνωση των εργατικών επιθυμιών. Για να μην περιμένουμε ξανά πότε οι απαξιωμένες εργατικές ηγεσίες, που απέδειξαν και πρόσφατα τον αντιδραστικό τους ρόλο, θα κηρύξουν απεργία, για να οργανώσουμε τη μεγάλη αντικαπιταλιστική και αντικρατική γενική απεργία διαρκείας.
Αντίστοιχη πρέπει να είναι σήμερα και η αντίθεσή μας στην επέλαση του ολοκληρωτικού κράτους και της αγοράς πάνω στις ζωές μας. Έξω από τους διαύλους του θεσμικού, οφείλουμε να κάνουμε πράξη μορφές συλλογικής διαχείρισης της ζωής μας, του ελεύθερου χρόνου αλλά και των υλικών αναγκών μας. Μέσα από τη δικτύωση και των ενδυνάμωση των κοινωνικών δομών αλληλεγγύης, αυτοοργάνωσης και συλλογικής δημιουργίας, μέσα από την εργατική διαχείριση, την κατάληψη και την εργατική και κοινωνική αυτοδιεύθυνση των μονάδων παραγωγής να κτίσουμε ξανά το κοινωνικό αντίπαλο δέος στο σύγχρονο ολοκληρωτισμό.
Όσο για αυτούς που δεικτικά μας κριτικάρουν για νησίδες που δήθεν δεν μπορούν να υπάρξουν εκτός της αγοράς και του κρατικού ολοκληρωτισμού δεν είναι γιατί νοιάζονται για τα συμφέροντα των φτωχών είναι γιατί δεν πιστεύουν πως οι εργάτες μπορούν να ζήσουν χωρίς αφεντικά (που σημαίνει και χωρίς κράτος), είναι γιατί είναι διακινητές μιας ολοκληρωτικής λύσης, κεντρικού σχεδιασμού της παραγωγής (και άρα και της εξουσίας), που δεν είναι άλλη από την δίδυμη αδελφή του σύγχρονου ολοκληρωτισμού που σήμερα βιώνουμε. Ας τους αφήσουμε λοιπόν στην άκρη. Αυτή τη δουλειά τους και εμείς της δική μας.
όλοι στους δρόμους του αγώνα
Γενική Απεργία Διαρκείας
παλεύουμε για
μαζική, ελευθεριακή, ταξική συνδικαλιστική οργάνωση της εργατικής τάξης
αυτοργάνωση των αγώνων – αυτοδιεύθυνση της παραγωγής
ταξική οριζόντια οργάνωση σε χώρους δουλειάς – στην καθημερινότητα, σε κάθε γειτονιά
αλληλεγγύη στο αγώνα της ΒΙΟΜΕ – να μην περάσει ο πλειστηριασμός ταφόπλακα
διεθνιστική αλληλεγγύη στη Ροζάβα και στον αγωνιζόμενο κουρδικό λαό
να πέσει ο φράχτης του Έβρου – αγώνας ενάντια στα σύνορα
άσυλο και ελευθερία μετακίνησης για όλους – αλληλεγγύη σε μετανάστες/ες και πρόσφυγες
Για τον Κομμουνισμό και την Ελευθερία
Για την Αναρχία.
Αναρχική Ομοσπονδία
γραφείο τύπου 12-11-2015